Η Δαμασκός έχει μακροχρόνια στενή σχέση με τη Μόσχα εδώ και δεκαετίες. Τον Αύγουστο του 1957 συμφωνήθηκε η αγορά σοβιετικών όπλων ευρέος φάσματος. Η αύξηση της επιρροής της Μόσχας στη Συρία είχε προκαλέσει τότε την αντίδραση και της Άγκυρας, η οποία ανησυχούσε για την αλλαγή της στρατιωτικής ισορροπίας στο κατώφλι της. Στις 12 Αυγούστου 1957 έγινε απόπειρα πραξικοπήματος στη Δαμασκό με σκοπό τον εκτοπισμό των φιλοσοβιετικών ηγετών των Μπάαθ και την άνοδο στην εξουσία μιας πιο μετριοπαθούς και φιλοδυτικής στρατιωτικής ελίτ.
Στις 16 Οκτωβρίου 1957, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ η Σοβιετική Ένωση και η Συρία επανέλαβαν τις κατηγορίες τους σε βάρος της Άγκυρας περί επικείμενης επίθεσης κατά της Συρίας .
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 οι ΗΠΑ προσπάθησαν ανεπιτυχώς να προσελκύσουν τη Συρία στο δυτικό στρατόπεδο.
Η Αραβική Άνοιξη και η προσπάθεια αλλαγής καθεστώτος στη Συρία, στην οποία η Άγκυρα ανέλαβε έναν ηγετικό ρόλο, όπως και το 1957, έπεισε τη Ρωσία ότι δεν υπήρχε κανένα περιθώριο να εγκαταλείψει το μοναδικό «πάτημα» της στη Μέση Ανατολή.
Κατά τη διάρκεια των ειρηνευτικών συνομιλιών της Αστάνα τον Ιανουάριο του 2017, οι Ρώσοι διπλωμάτες είχαν κυκλοφορήσει σχέδιο συντάγματος για τη Συρία, το οποίο απέρριψε η συριακή αντιπολίτευση. Το σχέδιο, υπογράμμιζε αφενός μεν την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας, αφετέρου δε αναγνώριζε ότι «η Συρία αποτελείται από συστατικά μέρη». Αναφερόταν επίσης στην κουρδική πολιτιστική αυτονομία. Αν και η Μόσχα υποστήριζε σθεναρά το καθεστώς, δεν επιθυμούσε να εγκαταλείψει τους Κούρδους της Συρίας μόνο στα χέρια της Ουάσιγκτον.
Ο Πούτιν, σε συνάντηση των αρχηγών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (CIS) στο Ασγκαμπάτ στις 11 Οκτωβρίου δήλωσε: «Υπάρχουν περιοχές στη βόρεια Συρία όπου τα μέλη του ισλαμικού κράτους είναι ενεργοί μαχητές. Οι κουρδικές μονάδες συνέχιζαν να παρακολουθούν τις περιοχές αυτές, αλλά τώρα που εισέρχονται στην περιοχή οι Τούρκοι στρατιώτες, μπορεί απλώς να φύγουν. Δεν είμαι βέβαιος ότι ο τουρκικός στρατός θα μπορέσει να πάρει τον έλεγχο της κατάστασης και γρήγορα.»
Και οι δύο συμφωνίες τόσο με τον Πένς, όσο και με τον Πούτιν, αφήνουν πολλά στρατιωτικά / τεχνικά ερωτήματα σχετικά με την εφαρμογή της «ασφαλούς ζώνης» και των ρυθμίσεων μεταξύ των εμπλεκομένων δυνάμεων, καθώς και του χρονικού ορίζοντα ισχύος αυτής.
Στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Πρόεδρο Ερντογάν στο Σότσι, ο Πρόεδρος Πούτιν υπογράμμισε ότι :
Η Συρία πρέπει να απελευθερωθεί από κάθε παράνομη ξένη στρατιωτική παρουσία και η Τουρκία να σεβαστεί την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της.
Αυτή είναι βασική θέση και συζητήθηκε με τον Ερντογάν. Για τη διαφύλαξη της ειρήνης απαιτείται συνεργασία των δύο χωρών.
Όλα τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των Κούρδων ως αναπόσπαστο μέρος του πολυεθνικού συριακού έθνους πρέπει να ληφθούν υπόψη και να εκπληρωθούν πλήρως.
Προτεραιότητα της Μόσχας ήταν να φέρει μαζί το καθεστώς Άσαντ με τους Κούρδους, απομακρύνοντας μεσοπρόθεσμα τις όποιες πολιτικές διαφορές και στη συνέχεια να επεξεργαστεί μια λύση με την Άγκυρα. Η Άγκυρα δεν βλέπει πλέον τον Πρόεδρο Άσαντ ως υπ’ αριθμόν ένα εθνικό κίνδυνο, αλλά κάποιον με τον οποίο δεν έχει άλλη επιλογή παρά να συνεργαστεί και να επικεντρωθεί σε οικονομικά ζητήματα όπως η ανοικοδόμηση της χώρας, το εμπόριο και τα ενεργειακά πρότζεκτς.
Με λίγα λόγια, η Μόσχα ανέλαβε να «ενορχηστρώσει» τις εξελίξεις στη Συρία. Παράλληλα εξισορροπεί, την επιθυμία της ν’ απομακρύνει την Τουρκία από τη Δύση, με τους στόχους της στη Συρία, ενώ δεν αναγνωρίζει ούτε το ΡΚΚ ως τρομοκρατική οργάνωση, ούτε το YPG, αν και συζητά τις Τουρκικές ανησυχίες.
Όσοι επέκριναν τον Τράμπ , για τις πρόσφατες αποφάσεις του, παραβλέπουν την πολυετή συνεργασία της Συρίας με τη Μόσχα. Αυτοί θα πρέπει να παραδεχτούν ότι η Μόσχα είναι ο ισχυρότερος σύμμαχος τους στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Η Ρωσία δεν θα εγκαταλείψει τη μοναδική βάση της στη Μέση Ανατολή και ο Πρόεδρος Άσαντ θα συνεχίσει να εξαρτάται από τη Ρωσία.
Η Τουρκία θα περιοριστεί εντός των ορίων που θα της θέσουν οι Μεγάλες δυνάμεις ! Αυτό δεν σημαίνει ότι θα βγεί χαμένη, αφού αναπτύσσει μια οικονομική-ενεργειακή και στρατιωτική συνεργασία.
Απόστολος Τσιμογιάννης
Υποστράτηγος (ε.α), με μεγάλη επιτελική και διοικητική εμπειρία στον τομέα των Millitary Logistics. Έχει υπηρετήσει σε ανάλογη επιτελική θέση του NATO/NSPA. Είναι τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Logistics.