Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε καταλάβει ότι οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις βαδίζουν σε θερμό ένοπλό επεισόδιο τοπικής έκτασης, ή ακόμη και ως αποτέλεσμα αυτού δε μπορεί να αποκλειστεί ακόμα και η γενίκευση των συρράξεων από τον Έβρο έως την Κύπρο. Αιτία αυτής της απότομης έντασης είναι η ανεξέλεγκτη συμπεριφορά της Τουρκίας η οποία έχει βαλθεί να αναλάβει ετσιθελικά την ηγεμονία της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και να καταστεί περιφερειακή υπερδύναμη, σε ρόλο χωροφύλακα και με δικαίωμα παρέμβασης ή και ακόμη έκφρασης γνώμης και άποψης και επί εσωτερικών ζητημάτων στις χώρες της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου.
Η θρασύτητα αυτή της Άγκυρας δεν αποτελεί προϊόν παρθενογένεσης, αλλά μελετήθηκε και σχεδιάστηκε επιμελώς στα άδυτα των Τουρκικών επιτελείων και ξεκίνησε να παίρνει σάρκα και οστά εδώ και 20-22 χρόνια περίπου. Η Τουρκία βρήκε πρόσφορα έδαφος, λόγω της αδυναμίας των ΗΠΑ να εφαρμόσουν πολιτική υπερδύναμης και προβολή ισχύος υπερδύναμης (όχι απαραίτητα σε πολεμικές συγκρούσεις) στη Μ. Ανατολή και σε χώρες κλειδιά όπως του Ιράκ και το Αφγανιστάν, όπου υπό το πρόσχημα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας εισέβαλαν στις δύο αυτές χώρες οι οποίες ακόμη και σήμερα δεν κατόρθωσαν να σταθούν στα πόδια τους παρά τιςαπωλειες Αμερικανών στρατιωτικών καθώς και διάθεσης δισεκ δολλαρίων για ανοικοδόμηση.
Το πολύπαθο Ιράκ μετά την ήττα του και την πτώση του καθεστώτος Σαντάμ, κινδύνεψε να διαλυθεί και η αναρχία και οι εξτρεμιστικές εξάρσεις των φανατικών Σουνιτικών ομάδων, κυριαρχούσαν στα 2/3 της χώρας. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι ελεγχόμενες από τους Κούρδους Πεσμεργκά του Βορά περιοχές μιας και η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Κουρδικής καταγωγής και σταθεροί σύμμαχοι των Αμερικανών στην περιοχή. Παρόλα αυτά οι ΗΠΑ δεν κράτησαν σε υψηλό επίπεδο τις σχέσεις τους με τους Κούρδους συμμάχους τους και συν τω χρόνω, έκαναν τα στραβά μάτια στις ορέξεις της Άγκυρας, η οποία ενώ αρχικά είχε αρνηθεί στις ΗΠΑ τη διέλευση Αμερικανικών στρατευμάτων από το έδαφός της ώστε ο Σαντάμ να χτυπηθεί από 2 μέτωπα, το 2003 μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης και αισθανόμενη την απειλή της παρουσίας Κουρδικού κρατικού μορφώματος στο μαλακό υπογάστριό της και με το πρόσχημα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας (ΡΚΚ) εκτελούσε στρατιωτικές επιχειρήσεις σε βάθος έως και 20-30 χλμ εντός του Ιρακινού εδάφους, καταδιώκοντας τους Κούρδους μαχητές . Δεν ήταν και λίγες οι φορές που βομβάρδισαν το Όρος Καντίλ στο Β. Ιράκ, αγνοώντας τις όποιες διαμαρτυρίες της Ιρακινής κυβέρνησης.
Λίγο νωρίτερα, το ίδιο σενάριο παίχτηκε και στο Αφγανιστάν, όπου στο όνομα της εξόντωσης της Αλ Κάιντα και του Μπιν Λάντεν και με αφορμή την τρομοκρατική επίθεση στους δίδυμους πύργους το 2001, οι ΗΠΑ εισέβαλαν στη χώρα και ξεκίνησαν έναν πολυετή πόλεμο, εναντίον των Ταλιμπάν, χωρίς ωστόσο να ελέγχουν πλήρως τη χώρα, παρά κάποιες περιοχές γύρω από την πρωτεύουσα Καμπούλ. Ο εντοπισμός και θάνατος του ηγέτη της Αλ Κάιντα δεν εξάρθρωσε ούτε διέλυσε την τρομοκρατική αυτή οργάνωση, έδωσε όμως το δικαίωμα στο ΝΑΤΟ, να εγκαταστήσει στη χώρα συνεχή παρουσία. από το 2002. Αυτό το εκμεταλλεύτηκε η Τουρκική πλευρά και ανέλαβε τη διοίκηση της πολυεθνικής ταξιαρχίας της ISAF στην Καμπούλ ανεβάζοντας τις μετοχές της στο ΝΑΤΟϊκό χρηματιστήριο.
Στη Συρία από τις αρχές του εμφυλίου πολέμου (2011) και της Αραβικής άνοιξης, η Άγκυρα στήριξε φανερά τους αντικαθεστωτικούς του FSA ως και κάποιες παραστρατιωτικές ομάδες του ISIS, παρέχοντας οπλισμό, εφόδια, εκπαίδευση αλλά και ασφαλές καταφύγιο. Και όταν η κατάσταση άρχισε να γέρνει υπέρ του Άσαντ, τότε και μόνο αποφάσισε ξανά να εισβάλει στρατιωτικά και να ελέγξει την περιοχή του Ιντλίμπ αλλά καιτμήματα ΒΔ και ΒΑ του Ευφάτη όχι για να αποκομίσει εδαφικά οφέλη αλλά κυρίως για να αποκόψει τη συνένωση των Κουρδικών καντονίων του βορά που θα οδηγούσαν και σε έξοδο στη θάλασσα. Θα δημιουργούταν μια εδαφική ζώνη στα νότια της χώρας, υπό Κουρδικό έλεγχο από τα παράλια της Μεσογείου, μέχρι τα περίχωρα του Κιρκούκ.
Η Τουρκία ακόμη και σήμερα νιώθει ακόμη έντονα το φόβο δημιουργίας Κουρδικών αυτόνομων περιοχών στη Συρία και το Ιράκ. Ανησυχεί πολύ ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα προκύψει σοβαρό ζήτημα και στις ΝΑ επαρχίες της όπου ζει η Κουρδική μειονότητα 20 και πλέον εκατομμυρίων και με σοβαρά προβλήματα με το κεντρικό κράτος. Η συνεχιζόμενη κράτηση στο νησάκι Ιμραλί του Κούρδου ηγέτη Οτσαλάν και η ετοιμότητα του ΡΚΚ (ας μη γελιόμαστε, οι Κούρδοι μαχητές παρά τις βαριέςαπώλεις είναι ακόμη στα βουνά), αποτελούν σοβαρά αγκάθια για την Τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία.
Η παρουσία της στη Λιβύη και η στήριξη που προσφέρει στην κυβέρνηση Σάρατζ δεν είναι τυχαία και αποσκοπεί στο ευρύτερο σχέδιο της στρατηγικής περικύκλωσης της Ελλάδας. Ένα σχέδιο που φαίνεται να παίρνει σάρκα και οστά και λόγω της ολιγωρίας των εκάστοτε Ελληνικών κυβερνήσεων. Η περίπτωση της υπογραφής του μνημονίου για θέσπιση και χάραξη ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης δεν είχε την αναμενόμενη αντιμετώπιση από την Αθήνα και δυστυχώς η Ελληνική διπλωματία βρέθηκε για μια ακόμα φορά να είναι πίσω από τις εξελίξεις και να προσπαθεί να σώσει πλέον τα προσχήματα.
Είναι αλήθεια ότι η ατολμία των μεγάλων παικτών (ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία) αλλά και η παθητική μέχρι στιγμής στάση των υπόλοιπων χωρών που έχουν άμεσα ή έμμεσα συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή (Αίγυπτος, Ισραήλ, Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Κύπρος, ΗΑΕ, Σ. Αραβία, Κατάρ κλπ), οδήγησαν την Άγκυρα σε παραβατικές συμπεριφορές και στην α λα καρτ ερμηνεία του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, σύμφωνα με τα δικά της συμφέροντα.
Δεν βρέθηκε κανείς να στηλιτεύσει το γεγονός ότι η Τουρκία δεν θα έπρεπε να επικαλείται ένα θεσμικό κείμενο το οποίο δεν έχει υπογράψει, άρα και δεν αναγνωρίζει. Δεν βρέθηκε ένας διπλωμάτης να πει ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να συζητήσει τίποτε με την Τουρκία εάν αυτή πρωτίστως δεν υπογράψει και αποδεχτεί πλήρως το κείμενο για το δίκαιο της θάλασσας όπως αυτό διατυπώθηκε στις συμφωνίες της Τζαμάικα κιτου Αμβούργου . Δεν βρέθηκε ποτέ ένας διπλωμάτης να πει ότι δεν συζητάμε όσο υπάρχει ο Αττίλας στην Κύπρο. Δεν βγήκε ποτέ κανείς να εκφωνήσει ένα πύρινο λόγο στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ κατακεραυνώνοντας την Άγκυρα, στοχεύοντας ιδίως στις χώρες που είτε είναι νησιωτικά συμπλέγματα (Ιαπωνία, Φιλιππίνες, Ινδονησία, Μ. Βρετανία), είτε χώρες με ηπειρωτική ενδοχώρα αλλά και νησιωτική (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Καναδάς κλπ), είτε νησιά κράτη (Κύπρος, Μάλτα, Μαδαγασκάρη, Ταϊβάν κλπ), λέγοντας ότι εφόσον η πάγια θέση της Τουρκίας είναι ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, άρα και τα νησιά των κρατών αυτών δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, ώστε με αυτό τον τρόπο να τεθούν ηθικά διλλήματα και να εκτεθεί διεθνώς η Τουρκική πλευρά χωρίς να μπορεί να αντιδράσει άμεσα ή έστω να υποχρεωθεί σε αναδίπλωση.
Ο Ανδρέας Κάλβος έγραψε κάποτε ότι «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία». Θα συμπληρώναμε εδώ ότι αρετή και τόλμη δεν θέλει μόνο η ελευθερία αλλά και η εθνική ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα και η πολιτική και διπλωματική αξιοπρεπή παρουσία μας στο διεθνές γίγνεσθαι. Είναι καιρός να αφήσουμε τις μοιρολατρίες και τους όποιους ραγιαδισμούς στην άκρη, να σηκώσουμε τα μανίκια και ο καθένας από το μετερίζι του να εργαστεί για το καλό της χώρας. Ο χρόνος δεν είναι πολύς και κάθε καθυστέρηση είναι πλέον επιζήμια. Ωστόσο κάποια πράγματα μπορούμε να τα διορθώσουμε άμεσα και με μικρό σχετικά κόστος.
Και είναι ευκαιρία να γίνουν πράξη τα λόγια του Α/ΓΕΕΘΑ περί καψίματος όποιων πατήσουν σε Ελληνικό έδαφος. Θαήταν προτιμότερο να είχε λεχθεί «θα κάψουμε όποιον εισέρχεται παράνομα στη χώρα, χωρίς την άδειά μας». Είναι απαράδεκτο να σημειώνονται υπερπτήσεις πάνω από Ελληνικά νησιά και παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου και να μην χτυπάει ο συναγερμός του Τουρκικού αεροσκάφους ότι αποτελεί στόχο και μάλιστα «κλειδωμένο». Είναι απαράδεκτο να εκτελείς εντολές ναυτικής δύναμης που υπάγεται σε διεθνή οργανισμό και να μην μπορείς να εκτελέσεις νηοψία σε ύποπτα για μεταφορά όπλων πλοία. Είναι απαράδεκτο να μην στέλνεις την Τουρκία στο δικαστήριο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την κατηγορία του εξαναγκασμού χιλιάδων μεταναστών να περάσουν τον Έβρο, με κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους.
Οι συγκυρίες ευνοούν αυτή τη στιγμή τη χώρα μας και αυτό δεν θα πρέπει να μείνει ανεκμετάλλευτο. Όσο υπάρχει η Γαλλοτουρκική κόντρα, η σύμπλευση με το Παρίσι θα πρέπει να είναι λίαν υπολογίσιμη. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι σχέσεις μας με ΗΠΑ και Ρωσία, οι οποίες έστω και σε διπλωματικό επίπεδο συντάσσονται με τις Ελληνικές θέσεις. Η διπλωματία μας θα πρέπει να εξαπολύσει σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου την αντεπίθεσή της ΤΩΡΑ και όσο η άλλη πλευρά δεν έχει κερδίσει την εύνοια της διεθνούς κοινότητας. Η ενεργοποίηση όλων των διπλωματικών μας όπλων πρέπει να γίνει τώρα. Και όλα αυτά σε συντονισμό με σειρά μέτρων στο εσωτερικό της χώρας.
Θα πρέπει έστω και τώρα να ξανασκεφτούμε και να επαναφέρουμε ιδέες του παρελθόντος που είτε έμειναν απλές σκέψεις καταχωνιασμένες σε κάποια συρτάρια, ή επαναφορά κάποιων θεσμών με επικαιροποιημένο μοντέλο λειτουργίας. Να ξαναδούμε λοιπόν το θεσμό της ενεργούς και ανεξάρτητης εθνοφυλακής και της παλλαϊκής άμυνας, τη στράτευση των ανδρών αλλά και των γυναικών, την αύξηση της θητείας, την επανεργοποίηση της χωροφυλακής, τις ναυτικές ομάδες κρούσης (αγέλες), την αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού της χώρας (παραγωγή εθνικών οπλικών συστημάτων όπως UAV, φορητών όπλων, οχημάτων, κλπ), την αξιοποίηση στο μέτρο του δυνατού όλων των διαθέσιμων μέσων που είναι συσσωρευμένα στα στρατιωτικά εργοστάσια, με τροποποιήσεις τέτοιες ώστε να καταστούν ικανά και αξιόμαχα όσα το δυνατόν περισσότερα οπλικά συστήματα. Να επισπεύσουμε τις διαδικασίες προμήθειας κύριου υλικού (έστω και μεταχειρισμένου), τις διαδικασίες συμπαραγωγής οπλικών συστημάτων με άλλες χώρες, αποφεύγοντας αγκυλώσεις και μεθοδεύσεις που στο όνομα κάποιων συμφερόντων, οδήγησαν στην απαξίωση της πολεμικής μας βιομηχανίας.
Έχουμε ακόμα διαθέσιμα όπλα στην εθνική μας φαρέτρα και είναι πλέον ο καιρός να τα βγάλουμε όλα και να τα αξιοποιήσουμε δεόντως. Στο σημείο που έχουμε φτάσει δεν χωρούν συμβιβασμοί και υποχωρήσεις, γιατί αυτά μας οδήγησαν εδώ που είμαστε. Χαράσσουμε τις κόκκινες γραμμές μας τώρα και τις διαμηνύουμε παντού. Ό κόσμος έχει ανάγκη από ινδάλματα και αν χρειαστεί ας ξαναπαίξουμε τον ρόλο αυτό, που κανείς άλλος δεν μπορεί να παίξει. Και στην τελική φάση ας αναγκάσουμε ξανά κάποιους να πουν το… «φοβού τους Δαναούς».