Πριν από μερικούς μήνες είχα παρουσιάσει μια εκτενή ανάλυση για την οικονομική, κοινωνική και γεωπολιτική κατάσταση της Αιγύπτου, καθώς και την επίδραση αυτής τόσο στην ΕΕ, όσο στην Ελλάδα. Λίγο αργότερα, η Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν, υπέγραψε με τον Αλ Σίσι, κοινή Δήλωση για μια Στρατηγική και Συνολική Εταιρική Σχέση ΕΕ-Αιγύπτου που θα υποστηριχθεί από ένα επενδυτικό πακέτο 7,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για τα επόμενα τέσσερα χρόνια (2024-2027).
Είναι γνωστές εδώ και χρόνια οι κακές σχέσεις μεταξύ των προέδρων Ερντογάν και Σίσι και παρά τις επιδιώξεις της Τουρκίας μέχρι σήμερα δεν επιτεύχθηκε κάποια ουσιαστική βελτίωση. Το Φεβρουάριο επισκέφτηκε ο Ερντογάν την Αίγυπτο και πρόσφατα ο Σίσι τη Τουρκία.
Στη χώρα μας άρχισαν πάλι τα όργανα, οι αμπελοφιλοσοφίες, οι φόβοι ότι θα υπάρξει προσέγγιση των δύο, προφανώς εις βάρος μας κ.λ.π. Μήπως η δική μας υποχωρητική στάση έναντι της Τουρκίας, έχει δημιουργήσει «δεύτερες» σκέψεις στην Αίγυπτο ;
Η Τουρκία αναζητώντας άρση της απομόνωσής της από τον Αραβικό κόσμο, συνεκτιμώντας τις αρνητικές γι’ αυτήν εξελίξεις στη Συρία και στην ενδεχόμενη εξισορρόπηση της Δύσης με το Ιράν, όπως αναλύσαμε στα προηγούμενα άρθρα μας και αναζητώντας χρηματοδότηση από τον Κόλπο, επιδιώκει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με το Κάϊρο.
Οι δύο χώρες έχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα στη Λιβύη, στο κέρας της Αφρικής αλλά και στον Πόλεμο της Γάζας. Υπόψη ότι η Αίγυπτος ήταν η πρώτη Αραβική χώρα που αναγνώρισε και αποκατέστησε τις σχέσεις με το Ισραήλ και παρά τις εξελίξεις στις σχέσεις τους, εκτιμάται ότι δε θα επηρεαστεί η μεταξύ τους συμφωνία (Camp David accord/ 1979).
Η διείσδυση της Τουρκίας στο Κέρας της Αφρικής έχει ανησυχήσει την Αίγυπτο. Εκτιμάται ότι ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να μεσολαβήσει στη διένεξη της Αιγύπτου με την Αιθιοπία για το μεγάλο φράγμα του Νείλου και συγχρόνως να εμπλακεί με την Αίγυπτο στη γεφύρωση των διαφορών της Αιθιοπίας με τη Σομαλία.
Προφανώς ο Αλ Σίσι αντιλαμβάνεται την προσπάθεια του Ερντογάν να παίξει ρόλο περιφερειακής δύναμης στη περιοχή και στρατηγικής παρουσίας-επιρροής, πέριξ της Αιγύπτου, οπότε αντιμετωπίζεται με τη δέουσα επιφυλακτικότητα.
Η δυσμενής πολιτική κατάσταση στη Λιβύη και η επιτυχία της Τουρκίας να αποκτήσει ισχυρή πρόσβαση και επιρροή, απασχολεί ιδιαίτερα για λόγους εθνικής ασφαλείας, την Αίγυπτο. Εκτιμάται ότι ο Ερντογάν θα επιδιώξει να πείσει τον Αλ Σίσι να κηδεμονεύσουν οι δύο χώρες την προσπάθεια αποκατάστασης της ομαλότητας στη χώρα, κάτι όμως που θα προσδώσει εξαιρετικά σημαντική διπλωματική ισχύ στην Τουρκία. Τελευταία διαβάσαμε ότι ο Ερντογάν υποστηρίζει το Χαφτάρ, μια είδηση που κρύβει τη «τουρκική κουτοπονηριά».
Το 2021, οι δύο χώρες ξεκίνησαν «διερευνητικές συνομιλίες» με στόχο την ανοικοδόμηση των δεσμών. Αυτό το βήμα ήρθε αφού και οι δύο συνειδητοποίησαν την ανάγκη να προχωρήσουν πέρα από τις παλιές διαφωνίες και να προσαρμοστούν στις περιφερειακές και παγκόσμιες αλλαγές.
Όπως αναφέρει ο Dr. Abdellatif El-Menawy σε άρθρο του στο ARAB NEWS, «Στη περιοχή της ΜΑ ξεκίνησε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί αναδιάταξη των περιφερειακών συμμαχιών».
Αναφέρει επίσης ότι, οι οικονομικοί παράγοντες έπαιξαν σημαντικό ρόλο, στην επαναπροσέγγιση, καθώς και οι δύο αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές προκλήσεις τα τελευταία χρόνια. Έτσι συνειδητοποίησαν ότι ήταν απαραίτητο να ενισχυθεί η συνεργασία παρά η αντιπαράθεση.
Η περιφερειακή ασφάλεια ήταν επίσης ένας σημαντικός παράγοντας, καθώς τόσο το Κάϊρο όσο και η Άγκυρα κατανοούν ότι η περιφερειακή σταθερότητα εξαρτιόταν από τον συντονισμό μεταξύ των μεγάλων περιφερειακών δυνάμεων, που θα μπορούσε να ενισχύσει την ικανότητά τους να διαπραγματεύονται με παγκόσμιες δυνάμεις και να τους δώσει έναν βαθμό ανεξαρτησίας στη λήψη αποφάσεων.
Η μακρά περίοδος κρίσης στις σχέσεις Άγκυρας-Καΐρου προσέφεραν μια μοναδική ευκαιρία στην Ελλάδα και στην Κύπρο για να δημιουργήσουν μια βαθιά και παραγωγική σχέση στρατηγικής συνεργασίας, στο στρατιωτικό, ενεργειακό, πολιτιστικό και οικονομικό τομέα.
Η Αίγυπτος πήρε ξεκάθαρη θέση εναντίον του Τουρκολιβυκού Μνημονίου ενισχύοντας την Ελλάδα στην αντιμετώπιση των τετελεσμένων που επιχείρησε να επιβάλλει η Άγκυρα. Μάλιστα, το 2020, η Αίγυπτος με τη Συμφωνία μερικής οριοθέτησης ΑΟΖ που υπέγραψε με την Ελλάδα προσέφερε ένα σημαντικό εργαλείο στη χώρα μας για την έμπρακτη αντιμετώπιση του Τουρκολιβυκού Μνημονίου.
Η σημαντική αυτή συμφωνία που δεν έγινε βεβαίως χωρίς κόστος για την Ελλάδα, αποτελεί συγχρόνως και τη μεγαλύτερη και σοβαρή εκκρεμότητα για το μέλλον, την οποία ίσως επιχειρήσει να εκμεταλλευθεί ο Ερντογάν όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν.
Πολλοί Τούρκοι και Αιγύπτιοι αναλυτές θεώρησαν τη μερική οριοθέτηση ως συνειδητή επιλογή της Αιγύπτου, ώστε να μη θεωρηθεί ότι στρέφεται ευθέως εναντίον της Τουρκίας, καθώς μια οριοθέτηση Ελλάδας- Αιγύπτου που θα έφθανε ανατολικά μέχρι τον 29ο μεσημβρινό καλύπτοντας και το Καστελόριζο θα ακύρωνε πλήρως τις επιδιώξεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και πληροφορίες που υπάρχουν, ο Αλ Σίσι δεν προτίθεται να αλλάξει στάση, όμως η εκκρεμότητα αυτή αποτελεί έναν διαρκή μοχλό πίεσης προς την Ελλάδα και φυσικά δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι μια διάδοχη κατάσταση στην Αίγυπτο θα μείνει συνεπής στις επιλογές του Αλ Σίσι. Υπόψη ότι στις τελευταίες (Φεβ 2024) εκλογές, επανεξελέγη, για άλλα έξι χρόνια.
Οι πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στη Γάζα και οι ακραίες ενέργειες του Ισραήλ, έχουν θολώσει τις σχέσεις Ισραήλ- Αιγύπτου, με ενδεχόμενη προέκταση στις τριμερείς συνεργασίες με Ελλάδα και Κύπρο, αλλά και στα πλαίσια του East Med Gas Fοrum, που μας αφορά σημαντικά.
Παρά τις σημαντικές ευκαιρίες συνεργασίας, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις. Ο μεταξύ τους ανταγωνισμός στο πλαίσιο του μουσουλμανικού κόσμου, δεν αναμένεται να αμβλυνθεί, ενώ παραμένουν ιδεολογικές διαφορές όσον αφορά την υποστήριξη ισλαμιστικών ομάδων. Η έλλειψη εμπιστοσύνης και οι τακτικισμοί Ερντογάν εξακολουθούν να δημιουργούν ένα αρνητικό υπόβαθρο στη περαιτέρω συνεργασία. Επίσης υφίσταται το ενδεχόμενο να βρεθούν σε αντικρουόμενες θέσεις στο μέλλον για άλλα περιφερειακά ζητήματα.
Επιπλέον, πιέσεις από παράγοντες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία ή η Κίνα θα μπορούσαν να επηρεάσουν την τροχιά των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών εάν διαπιστώσουν ότι αυτή η προσέγγιση επηρεάζει τα συμφέροντά τους.
Τελικά κατά την επίσκεψη υπεγράφησαν 17 μνημόνια κατανόησης και συναντίληψης σε διάφορους τομείς. Εκ πρώτης όψεως δε διαφαίνεται κάποια δυσμενής για εμάς εξέλιξη.
Ακόμα και η Τουρκάλα πολιτική αναλύτρια Σινέμ Τσενγκίζ, αντιμετωπίζει με συγκρατημένη αισιοδοξία το μέλλον των τουρκοαιγυπτιακών σχέσεων, τονίζοντας τα διαφορετικά συμφέροντα, ιδεολογικά και γεωπολιτικά.
Γενικά, οι διεθνείς σχέσεις δεν είναι στατικές ούτε υπάρχουν αιώνιες φιλίες και συμμαχίες, πολύ περισσότερο σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο απρόβλεπτος και πολύπλοκος. Επειδή λοιπόν κάθε επανάπαυση και αδράνεια μπορεί να αποδειχθεί καταστροφική, μέσα από αυτό το πρίσμα θα πρέπει και η Αθήνα να δει τα σημαντικά αυτά βήματα για την αποκατάσταση των σχέσεων Αιγύπτου-Τουρκίας και να χαράξει τις δική της στρατηγική.
Του Απόστολου Τσιμογιάννη
Ο Απόστολος Τσιμογιάννης είναι Υποστράτηγος (ε.α), με μεγάλη επιτελική και διοικητική εμπειρία στον τομέα των Millitary Logistics. Έχει υπηρετήσει σε ανάλογη επιτελική θέση του NATO/NSPA. Είναι τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Logistics.