Την ώρα που ο Δυτικός κόσμος βρίσκεται σε περιδίνηση μεταξύ της οξείας αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, των ψευδαισθήσεων για διάσωση του πλανήτη και την επίδραση από τις μεταναστευτικές ροές, η Κίνα προχωρεί ανεμπόδιστα στην υλοποίηση των στρατηγικών στόχων της, με έμφαση στον Ειρηνικό ωκεανό.
Όμως τα πράγματα στη γεωπολιτική σκακιέρα δεν είναι μονοδιάστατα, ακόμα και για τα «βαριά» πιόνια, εν προκειμένω τη «Βασίλισσα» (https://ambassadorsatlarge.com/archives/74108) .
Σε πρόσφατο άρθρο μας, αναλύσαμε επίσης τους λόγους για τους οποίους ο δρόμος του μεταξιού, πιθανόν να καταρρεύσει (https://ambassadorsatlarge.com/archives/83078) .
Μετά το Φόρουμ BRICS στις 23 Ιουνίου, ακολούθησε ο διάλογος υψηλού επιπέδου (GDI) για την παγκόσμια ανάπτυξη, στις 24 Ιουνίου, στον οποίο συμμετείχαν οι ηγέτες των BRICS και άλλων χωρών από Ασία και Αφρική.
Οι χώρες BRICS μοιράζονται μια κοινή φιλοδοξία για μεγαλύτερη εκπροσώπηση στην παγκόσμια σκηνή. Είναι αυτοί, κυρίως στο Παγκόσμιο Νότο, που νιώθουν αποκλεισμένοι από τη λέσχη των αναπτυγμένων, πρώην αποικιακών δυνάμεων με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παρόλα αυτά Πεκίνο και Μόσχα έχουν αποτύχει μέχρι στιγμής να επαναπροσδιορίσουν την ομάδα BRICS ως έναν αντιαμερικανικό συνασπισμό, ένα αντι G7 . Ειδικά χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδία και η Νότια Αφρική, εμφανίζουν απροθυμία για ένταξη σε μια αντιδυτική συμμαχία υπό την ηγεσία της Κίνας.
Οι διαφορές των χωρών-μελών των BRICS υπερτερούν των συμφερόντων τους. Η οικονομία της Κίνας είναι σημαντικά μεγαλύτερη από τις άλλες τέσσερις μαζί, δεν είναι όλες δημοκρατίες, δεν βρίσκονται όλες στον Παγκόσμιο Νότο, ούτε είναι όλες μη δυτικόστροφες. Επιπλέον, οι BRICS δεν έχουν εκδώσει ακόμη κανονισμούς ή νομικές διαδικασίες για επέκταση.
Όσον αφορά στο GDI, περίπου 100 χώρες εξέφρασαν υποστήριξη για τη πρωτοβουλία, όμως και εδώ δεν έχουν διαμορφωθεί σαφείς κανόνες και χρονοδιαγράμματα. Μάλιστα δημιουργείται η εντύπωση ότι το νέο αυτό ελκυστικό όραμα, προσπαθεί να υποκαταστήσει το προηγούμενο BRI (δρόμος του Μεταξιού), που έχει θολώσει και μάλλον τείνει να νεκρωθεί. Σύμφωνα με τον Economist , η «εποχή» της μεγάλης κινεζικής χρηματοδότησης υποδομών έχει τελειώσει.
Το GDI εστιάζει στη βιώσιμη ανάπτυξη μέσω επιχορηγήσεων και δημιουργίας ικανοτήτων, όπως το Κέντρο Συνεργασίας για την Κλιματική Δράση στις Νησιωτικές Χώρες Κίνας-Ειρηνικού. Αντίθετα το BRI βασίζεται στη συνδεσιμότητα και τις υποδομές.
Αυτό όμως που λείπει από όλες αυτές τις προαναφερθείσες πρωτοβουλίες και κρίνεται αναγκαίο για μια ισόρροπη σχέση, είναι το στοιχείο της διαρθρωτικής μεταρρύθμισης.
Όπως περιγράφει αναλυτικά ο Joshua Kurlantzick, στο «The Diplomat», «από την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική μέχρι τον Παγκόσμιο Νότο, η εμπιστοσύνη στο Πεκίνο έχει επιδεινωθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια». Αυτή η αμφισβήτηση, έχει πλέον επεκταθεί και μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών στην Αφρική, την Ασία και την Ανατολική Ευρώπη.

Σύμφωνα με περυσινή έρευνα του Pew institute, η κατακόρυφη πτώση της παγκόσμιας εικόνας της Κίνας οφείλεται σε έναν συνδυασμό κακής διπλωματίας, αυξανόμενης χρήσης οικονομικού καταναγκασμού, αποτυχημένες προσπάθειες ήπιας ισχύος και αυξανόμενους δεσμούς με τη Ρωσία.
Έχει παρατηρηθεί η επίμονη χειραγώγηση αποφάσεων, σε διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Παγκόσμιος οργανισμός τροφίμων, όπου προΐσταται Κινέζος, ο αντίστοιχος οργανισμός πνευματικών δικαιωμάτων, όπου τελικώς απετράπη η μεθοδευμένη, από τη Κίνα, εκλογή Κινέζου διπλωμάτη, αλλά και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Το 2018, απέτυχε να περιορίσει τη αφρικανική πανώλη των χοίρων, όπως και τον κορονοϊό, με συνέπεια να διακινδυνεύσει μια επισιτιστική κρίση, θάβοντας ζωντανά εκατομμύρια ζώα, ανεξάρτητα αν είχαν νοσήσει. Οι Κινεζικές μέθοδοι είναι ακραίες γιατί πρέπει να προστατευτεί η «τελειότητα» του συστήματος.
Τα τελευταία χρόνια διπλωμάτες και ΜΜΕ της Κίνας προέβησαν σε επανειλημμένες ενέργειες παραπληροφόρησης, τόσον όσον αφορά στη διάδοση του κορονοϊού, όσο και για τις Ρωσικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία.
Το Πεκίνο έχει χρησιμοποιήσει οικονομικό καταναγκασμό εναντίον δεκάδων κρατών και πολυεθνικών εταιρειών που επικρίνουν ζητήματα που το Πεκίνο θεωρεί ουσιώδη ή ασκούν κριτική στην ηγεσία του Σί.
Η στρατηγική της Κίνας για μηδενικό COVID-19 έχει ουσιαστικά αποκόψει τη χώρα από τους ξένους και πλήττει τις προσπάθειές της για προβολή ήπιας ισχύος. Έχει περιορίσει πολλά από τα προγράμματα σπουδαστών και επισκεπτών για ξένους που κάποτε βοήθησαν στην ενίσχυση της εικόνας της στο εξωτερικό. Η πτώση, επίσης των εξερχόμενων Κινέζων τουριστών περιόρισε τις εξίσου σημαντικές διαπροσωπικές επαφές με τον κόσμο.
Παρά τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού των ΜΜΕ, μόνο το Xinhua κατάφερε να γίνει παγκόσμιος ηγέτης ειδήσεων και σημαντικό εργαλείο ήπιας ισχύος.
Η Κίνα χάνει σημαντικούς εμπορικούς υποστηρικτές σε άλλες χώρες, όπως τους μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους της Γερμανίας, ή των ΗΠΑ, οι οποίοι περιορίζουν τις επενδύσεις τους και ασκούν σκληρές πολιτικές έναντι των εισερχόμενων κινεζικών επενδύσεων.
Πολλές ξένες εταιρείες, γίνονται όλο και πιο επιφυλακτικές σχετικά με την πραγματοποίηση νέων επενδύσεων στην Κίνα. Όλο και περισσότερο, διαφοροποιούν την παραγωγή και τις εφοδιαστικές αλυσίδες τους σε άλλες τοποθεσίες, όπως τα Βαλκάνια, η Κεντρική Αμερική, η Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ.
Η ΕΕ, έχει παγώσει μια σημαντική διμερή εμπορική συμφωνία με την Κίνα, που υποσχόταν τεράστια οικονομικά οφέλη και για τις δύο πλευρές.
Η «χωρίς όρια» στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία, θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο περιορισμό των σχέσεων, με την ΕΕ , καθώς και οι ΗΠΑ αποσυνδέουν όλο και περισσότερο την οικονομία τους από αυτήν της Κίνας.
Οι πολιτικοί αδυνατούν πλέον να πείσουν για κινεζικές επενδύσεις, καθώς αντιμετωπίζουν τη μήνιν των ψηφοφόρων τους, οι οποίοι έχουν ήδη, διαμορφώσει αρνητική εικόνα για τη Κίνα.
Η γενικά επιθετική συμπεριφορά της Κίνας, έχει ξυπνήσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης πολλών αναπτυσσόμενων χωρών, που διαβλέπουν πλέον ένα νέο δυνάστη.
Ορισμένες χώρες, τρομοκρατημένες από την πολεμική, την ισχύ και τον αυξανόμενο καταναγκασμό του Πεκίνου σχηματίζουν άτυπους συνασπισμούς κατά της Κίνας σε ένα ευρύ φάσμα συνεργασιών, από το τομέα των τεχνολογιών και των δικτύων 5G, έως νέους τύπους στρατιωτικών σχέσεων, όπως το AUKUS και ένα αναβαθμισμένο Quad.
Συνολικά, έως και το 60% των χωρών στην παγκόσμια αγορά κινητής τηλεφωνίας έχουν πλέον απαγορεύσει ή έχουν επιβάλει περιορισμούς στην Huawei, σύμφωνα με τον Michael Beckley του Πανεπιστημίου Tufts.
Η εικόνα του Πεκίνου έχει γίνει τόσο τοξική που οι χώρες κλείνουν τα Ινστιτούτα Κομφούκιου, απαγορεύουν ή μειώνουν την εμβέλεια των κινεζικών κρατικών μέσων ενημέρωσης και περιορίζουν άλλες πιθανές πηγές κινεζικής ήπιας δύναμης.
Ακόμα και στο τομέα της υγείας , οι δωρεές σε εμβόλια, μάσκες και άλλες προμήθειες δεν κατάφεραν να αντιστρέψουν το κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης, που επιδεινώθηκε με τη στρατηγική μηδενικού COVID-19 και την περιορισμένη αποτελεσματικότητα των εμβολίων, έναντι των αντίστοιχων mRNA.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη εμμονική εστίαση στην επιβεβαίωση της διακυβέρνησης του Xi Jinping και την επανεκλογή του για τρίτη θητεία δημιουργούν ένα νεφελώδες «όραμα» που σκιάζει την αρχική δυναμική επικράτησης της Κίνας.
ΕΙΚΟΝΑ 2

Παρ’ όλα αυτά εκτιμάται ότι η επιδεινούμενη δημόσια εικόνα της, ο αυταρχισμός, η κρατικίστικη οικονομία και η απομόνωση δεν πρόκειται να σταματήσουν πλήρως τη συνεχιζόμενη οικονομική της άνοδο, τον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό της ή την εδραίωση της εξουσίας του Xi Jinping στο εσωτερικό.
Εκτός κι’ αν αποφασίσουν να κλειστούν πάλι στον εαυτό τους, όπως αποφάσισε το 15ο αιώνα η δυναστεία των Μινγκ, οι οποίοι θεώρησαν ότι η Κίνα είναι μεγάλη και τέλεια και δεν είχε ανάγκη να βλέπει πέρα από τα σύνορά της ?
Απόστολος Τσιμογιάννης
Ο Απόστολος Τσιμογιάννης είναι Υποστράτηγος (ε.α), με μεγάλη επιτελική και διοικητική εμπειρία στον τομέα των Millitary Logistics. Έχει υπηρετήσει σε ανάλογη επιτελική θέση του NATO/NSPA και εξειδικεύεται σε θέματα Ευρασίας – Ινδοειρηνικού. Είναι τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Logistics.