Σε προηγούμενο άρθρο μας επισημάναμε ότι Τουρκία, Ιράν και Ρωσία είναι αυτοεγκλωβισμένοι και επιδιώκουν να παρουσιάσουν συνεργασίες, καθώς αναζητούν συμμάχους. Οι διαφορές και οι ανταγωνισμοί μεταξύ τους είναι εμφανείς και συνήθως οι συναντήσεις κλείνουν ως «εποικοδομητικές».
Ο Σέρβος πολιτικός αναλυτής Νικόλα Μίκοβιτς, επισημαίνει σε άρθρο του στο Arab news, ορισμένα γεγονότα και συμπεριφορές, που μόνο φιλία και συμμαχία δεν αποδεικνύουν. Συγκεκριμένα :
Ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζέικ Σάλιβαν, πριν την επίσκεψη Μπάïντεν στη Μέση Ανατολή, κατηγόρησε την Ρωσία ότι προσπαθεί να αγοράσει εκατοντάδες UAV’s, από το Ιράν.
Ο ΥΠΕΞ του Ιράν απάντησε ότι, «… ενώ το Ιράν έχει διάφορες μορφές συνεργασίας με τη Ρωσία, δεν βοηθάμε καμία πλευρά που εμπλέκεται στην ουκρανική σύγκρουση».
Η θέση αυτή έρχεται ως απάντηση στη Ρωσία, καθώς το 2019, όταν το Ιράν ήθελε να αγοράσει το πυραυλικό σύστημα S-400, το Κρεμλίνο αρνήθηκε, με την αιτιολογία ότι «θα προκαλούσε περισσότερη ένταση στη Μέση Ανατολή». Σήμερα, το Ιράν φοβάται ότι ενδεχόμενη στρατιωτική συνεργασία με τη Μόσχα στην Ουκρανία, θα επιδείνωνε περαιτέρω τις σχέσεις του με τη Δύση. Εκτιμάται λοιπόν ως απίθανο να εμπλακεί στην επιχείρηση πώλησης μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Ρωσία.
Επίσης, το Μάιο του 2019, ο πρόεδρος Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία «δεν είναι πυροσβεστική… και δεν μπορεί να σώσει τα πάντα», αναφερόμενος στο γιατί το Κρεμλίνο δεν θα βοηθούσε στη διάσωση της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν. Γιατί, λοιπόν, η Τεχεράνη θα λειτουργούσε ως «πυροσβεστική» για τη Μόσχα στην Ουκρανία τώρα;
Ο Ραΐσι θα μπορούσε επίσης να υπενθυμίσει στον Πούτιν ότι η Ρωσία δεν δίστασε να ψηφίσει υπέρ και των έξι ψηφισμάτων που εγκρίθηκαν από το ΣΑ/ ΟΗΕ κατά του Ιράν, από το 2006 έως το 2010. Και θα μπορούσε να ρωτήσει τον Πούτιν γιατί τα ρωσικά στρατεύματα στη Συρία δεν προστάτευσαν ποτέ τις ιρανικές δυνάμεις εκεί από τα Ισραηλινά αεροπορικά χτυπήματα.
Τέλος, ο Raisi θα μπορούσε να τονίσει ότι, ενώ το εμπάργκο του 2007 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στις αποστολές συμβατικών όπλων στο Ιράν έληξε τον Οκτώβριο του 2020, το Κρεμλίνο δεν έχει πουλήσει ακόμη στο Ιράν κανένα μαχητικό αεροσκάφος Su-35, άρμα μάχης T-90 , S-400 ή το κινητό πυραυλικό σύστημα παράκτιας άμυνας K-300P Bastion , παρά το έντονο ενδιαφέρον του Ιράν για όλα αυτά.
Λίγες μέρες πριν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, το Ιράν προσπάθησε να υπογράψει μια συμφωνία συνεργασίας για την ασφάλεια και την άμυνα 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη Μόσχα. Η Τεχεράνη ήθελε επίσης να ενταχθεί στην Ρωσοκρατούμενη Ευρασιατική Οικονομική Ένωση και να αυξήσει τους πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς δεσμούς της με το Κρεμλίνο.
Η Ρωσία δεν εξέφρασε κανένα ενδιαφέρον για τίποτα από αυτά. Έτσι, τώρα που η θέση της Μόσχας στον παγκόσμιο στίβο έχει επιδεινωθεί σημαντικά, η Τεχεράνη είναι απίθανο να σπεύσει να βοηθήσει τη Ρωσία.

Όπως αναφέρει ο Πώλ Γκόμπλ στο Eurasia Daily Monitor , οι δυσκολίες στις σχέσεις των δύο χωρών επιβεβαιώθηκαν και στη Σύνοδο Κορυφής της Κασπίας το περασμένο Ιούνιο, στο Ασγκαμπάτ του Τουρκμενιστάν. Η Μόσχα περίμενε ότι η Τεχεράνη, εμφορούμενη από τις ίδιες αντιδυτικές αντιλήψεις με τη Ρωσία, θα συνεργαζόταν στενά για το άνοιγμα μιας οδού μεταφορών Βορρά-Νότου, συνδέοντας τη Ρωσία με τον Ινδικό ωκεανό. Αυτό το σχέδιο θα επέτρεπε στη Ρωσία να παρακάμψει αποτελεσματικά τις δυτικές κυρώσεις.
Εξαιτίας των διαφωνιών μεταξύ του Ιράν και των άλλων παραθαλάσσιων χωρών της Κασπίας, δεν υπήρξε συμφωνία. Αντιθέτως τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο, από την επέκταση της ιρανικής ναυτικής παρουσίας στην Κασπία και την μεγάλη ναυτική άσκηση, που διεξήχθη από το Ιράν, που αμφισβητεί την παραδοσιακή κυριαρχία του ρωσικού στόλου της Κασπίας. Επίσης εντείνει την αντιπαράθεση με το Αζερμπαϊτζάν (παλιές ιστορικές έχθρες) και το Τουρκμενιστάν που υποστηρίζονται από το ανταγωνιστή του Ιράν, τη Τουρκία, η αντίδραση των οποίων πρέπει να θεωρείται δεδομένη, παρασύροντας και τη Ρωσία στον αγώνα εξουσίας στη Κασπία.
Η Τεχεράνη μπορεί να κινείται στο πλευρό του Πούτιν, αλλά όχι εις βάρος της απώλειας μιας ευκαιρίας, όσο αδύναμη κι αν είναι, να τερματίσει τις δυτικές πετρελαϊκές κυρώσεις, καθώς αυτές, δημιουργούν μεταξύ άλλων και έντονες κοινωνικές αντιδράσεις.
Αυτές τις διαφορές οφείλει να αξιοποιεί η διπλωματία και να βρίσκει τρόπους για καλύτερη «προσφορά» και δημιουργία ρήξης!
Του Απόστολου Τσιμογιάννη
Υποστράτηγος ε.α, με μεγάλη επιτελική και διοικητική εμπειρία στον τομέα των Millitary Logistics. Έχει υπηρετήσει σε ανάλογη επιτελική θέση του NATO/NSPA. Είναι τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Logistics.