ΤΙ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΗ ΤΡΑΜΠ
Καλώς για πολλούς, κακώς για εξίσου πολλούς η εκλογή Τράμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ θα αλλάξει τον κόσμο. Αν αυτό θα γίνει προς το χειρότερο ή προς το καλύτερο ο καιρός θα το δείξει. Πάρα πολλά επιχειρήματα έχουν ακουστεί προς την μια ή την άλλη κατεύθυνση, όμως επειδή υπάρχει και δείγμα γραφής για τον νέο Πρόεδρο, κανένας δεν θα πρέπει να ισχυριστεί ότι δεν ήξερα ή δεν άκουσα γιατί και ξέρουμε και είδαμε από την πρώτη του θητεία από τον τρόπο που αντιμετώπισε την παγκόσμια κοινότητα μέχρι τον τρόπο που αποχώρησε από την εξουσία. Και να λοιπόν που του ξαναδίνεται η σκυτάλη, θα είναι άραγε ο ίδιος ή διαφορετικός ; και τι περιμένει πλέον τον κόσμο, την Ευρώπη αλλά και το ΝΑΤΟ που αποτελούν και το κοινό μας σπίτι. .
Έτσι την περασμένη Τετάρτη η Ευρώπη ξύπνησε με την είδηση ότι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ και υπόδικος Τραμπ μόλις κέρδισε την πολιτεία /Swing της Τζόρτζια και μετά, λίγες ώρες αργότερα, την πιο σημαντική της Πενσυλβάνια, φέρνοντάς τον πιο κοντά στους 270συν εκλέκτορες και την επιστροφή στον Λευκό Οίκο.
Με το άκουσμα αυτό οι ηγέτες της Ευρώπης έτρεξαν να τον συγχαρούν. «Συγχαρητήρια πρόεδρε Ντόναλντ Τραμπ. Έτοιμοι να συνεργαστούμε όπως κάναμε εδώ και τέσσερα χρόνια», έγραψε ο Πρόεδρος Μακρόν (στα γαλλικά) στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης X (πρώην Twitter), προσθέτοντας: «Με τις πεποιθήσεις σας και με τις δικές μου. Με σεβασμό και φιλοδοξία. Για περισσότερη ειρήνη και ευημερία»..
Λίγο αργότερα, η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι είπε επίσης στο X (στα ιταλικά): «Εκ μέρους μου και της Ιταλικής κυβέρνησης, τα πιο ειλικρινή μου συγχαρητήρια στον εκλεγμένο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ».
Αν βέβαια τόσο η Γαλλία και η Ιταλία και όσοι έσπευσαν για εγκάρδια συγχαρητήρια εκφράζουν και την βούληση των λαών τους για την εκλογή Τράμπ, φαίνεται ενδεικτικά στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, όπου οι Ιταλοί οι Ολλανδοί και οι Γάλλοι αν είχαν δικαίωμα ψήφου στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, θα είχαν εκλέξει με συντριπτική πλειοψηφία τη Δημοκρατική αντίπαλο του Τραμπ, την αντιπρόεδρο Kάμαλα Χάρις, με διαφορά κατά Μ.Ο. περίπου 60 ποσοστιαίες μονάδες (80% – 20%).
Αλλά αυτές οι δημοσκοπήσεις αποκάλυψαν επίσης μια βαθιά διχασμένη Ευρώπη, με τον Τραμπ να είναι ο προτιμώμενος υποψήφιος σε ορισμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Πρώτος από τους Ευρωπαίους ηγέτες που αντέδρασαν στα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, ο ακροδεξιός Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, που συνεχάρη θερμά τον Τραμπ (στα αγγλικά) για «τη μεγαλύτερη επιστροφή στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ!» και «μια τόσο αναγκαία νίκη για τον κόσμο !» (Ο Τραμπ είναι ο δεύτερος πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που επέστρεψε και κέρδισε μια δεύτερη θητεία αφού έχασε μια ενδιάμεση. Ο πρώτος ήταν ο Γκρόβερ Κλίβελαντ που υπηρέτησε το 1885-1889 και το 1893-1897.)
Άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπάθησαν να είναι πιο πρακτικοί. Σε μια δήλωση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Ζελένσκι συνεχάρη (στα αγγλικά) τον Τραμπ για την «εντυπωσιακή του εκλογική νίκη», αλλά υπενθύμισε στον εκλεγμένο πρόεδρο τη συνάντησή τους τον Σεπτέμβριο, κατά την οποία ο Zελένσκι λέει ότι συζήτησαν λεπτομερώς τη στρατηγική Ουκρανίας-ΗΠΑ. την εταιρική σχέση, το Σχέδιο Νίκης του Ζελένσκι και τρόπους για να τερματιστεί η Ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας..
Ο Ζελένσκι έχει σοβαρούς λόγους να ανησυχεί. Κατά τη διάρκεια της προεδρικής εκστρατείας, ο Τραμπ είπε επανειλημμένα ότι θα μπορούσε να διευθετήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε 24 ώρες, μια πρόταση που ακόμη και ο Ρώσος πρεσβευτής στον ΟΗΕ είπε ότι δεν ήταν ρεαλιστική. Ωστόσο, με τον Τραμπ να εισέρχεται στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, η Ουκρανία φοβάται ότι θα αναγκαστεί να καταλήξει σε μια ειρηνευτική συμφωνία με το Κρεμλίνο, κάτι που θα μπορούσε να σημαίνει την παραχώρηση της Κριμαίας και τμημάτων του Ντονμπάς στη Ρωσία, διαφορετικά θα χάσει τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ. Επειδή η Ουκρανία δεν μπορεί να διατηρήσει την πολεμική της προσπάθεια εναντίον της Ρωσίας χωρίς τη στρατιωτική υποστήριξη των ΗΠΑ, θα αυξηθεί η πίεση για τις Ευρωπαϊκές χώρες να εντείνουν την υποστήριξή τους στην εμπόλεμη χώρα.
Σύμφωνα με τον σημαντικό Στρατιωτικό και Στρατηγικό Αναλυτή Δρ. Αθανάσιο Δρούγο, δεν είναι σαφές εάν η Ευρώπη έχει αρκετή πολιτική βούληση να ανταποκριθεί στο κάλεσμα. Κανένας Ευρωπαίος ηγέτης δεν είναι σε θέση να μιλήσει μόνος για την Ευρώπη. Μόνο ένα ισχυρό και συντονισμένο μήνυμα (που περιλαμβάνει επίσης την ηγεσία της ΕΕ και του ΝΑΤΟ), μιας Ευρώπης που αναλαμβάνει τις ευθύνες της θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά Σε μια ήδη διχασμένη Ευρώπη, οι διπλωμάτες ανησυχούν ότι μια απότομη στροφή στην πολιτική των ΗΠΑ στην Ουκρανία θα μπορούσε να διαλύσει την Ευρώπη.
Ωστόσο, το εναλλακτικό σενάριο δεν είναι καλύτερο. Μια ρωσική στρατιωτική νίκη στην Ουκρανία, ακόμα και αν είναι σε εξέλιξη σχεδόν τρία χρόνια και με απίστευτα υψηλό ανθρώπινο, οικονομικό και διπλωματικό κόστος για τη Ρωσία, θα οδηγούσε το ευρωπαϊκό μπλοκ σε βαθιά κρίση για την ασφάλεια των μελών του. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και ειδικοί σε θέματα ασφάλειας προσπαθούν να βρουν λύσεις. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι κομβικό καθώς θα πρέπει να αυξήσει άμεσα τις αμυντικές του δαπάνες, να επικεντρώσει τη στρατιωτική του στρατηγική στην αποτροπή της απύθμενης Ρωσικής επιθετικότητας στην Ευρώπη και να συνεργαστεί με τους ηπειρωτικούς Ευρωπαίους συμμάχους για να υπερασπιστεί την Ευρώπη υπό ένα ΝΑΤΟ που πιθανό δεν θα έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ.
Τους τελευταίους μήνες, η Ευρώπη άρχισε να κάνει συζήτηση για το πυρηνικό της μέλλον χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά με τη δεύτερη προεδρία του Τραμπ εν όψει, οι αναλυτές έσπευσαν να γίνουν πιο ηχηροί σχετικά με αυτό. Ένας από αυτούς αναζωογόνησε την ιδέα ότι η Γαλλία θα μπορούσε να επεκτείνει την πυρηνική της ομπρέλα σε όλη την Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι οι ειδικοί αμφισβητούν αν αυτό είναι καν εφικτό.
Παρόλο που οι Ευρωπαίοι ηγέτες και αναλυτές εξακολουθούν να συζητούν πώς να υποστηρίξουν καλύτερα την Ουκρανία, μια νέα πραγματικότητα εμφανίζεται. «Δύσκολοι καιροί για την Ουκρανία», έγραψε ένας άλλος ειδικός σε θέματα ασφάλειας σε μια ανάρτηση που πιθανώς αποτυπώνει καλύτερα το νόημα της στιγμής. «Δεν είναι μόνο η πιθανή απώλεια της υποστήριξης των ΗΠΑ, είναι επίσης η καταρρακτώδης επίδραση στους παγωμένους Ευρωπαίους».
Τι θα γίνει με το ΝΑΤΟ
Η μεγαλύτερη απειλή εθνικής ασφάλειας για τις Ηνωμένες Πολιτείες, για τα άλλα μέλη του ΝΑΤΟ και άλλους συμμάχους των ΗΠΑ είναι η ολοένα και πιο επιθετική συνεργασία της Ρωσίας, της Κίνας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας. Το επίκεντρο αυτής της απειλής είναι η Ουκρανία, όπου ο κατακτητικός πόλεμος του Πούτιν είναι απλώς ένα προοίμιο για περισσότερες προκλήσεις και ενδεχομένως ακόμη και πόλεμο δυτικότερα, εναντίον των ανατολικών κρατών του ΝΑΤΟ. Μια νίκη στην Ουκρανία για τη Ρωσία, η οποία τώρα ενισχύεται από τα στρατεύματα της Βόρειας Κορέας που θα πολεμήσουν σύντομα στην Ευρώπη, θα ενθαρρύνει μια Κινεζική κίνηση στην Ταϊβάν.
Δεν είναι σαφές ότι ο Τραμπ αναγνωρίζει πλήρως αυτή την πρόκληση. Είναι δύσκολο να προβλεφθεί η πολιτική του για τον πόλεμο, επειδή η ομάδα του περιλαμβάνει προσωπικό με πολύ διαφορετικές απόψεις. Μια ομάδα υποστηρίζει την απότομη μείωση της βοήθειας προς την Ουκρανία, ενώ το άλλο στρατόπεδο αναγνωρίζει την απειλή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην Ευρώπη και αλλού αν η Ουάσιγκτον εγκαταλείψει την Ουκρανία. Οι πρώτες ενδείξεις βέβαια για την πολιτική του Τραμπ θα είναι οι διορισμοί που θα κάνει σε ανώτερες θέσεις εθνικής ασφάλειας.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να σημειωθεί σχετικά με την πολιτική του ΝΑΤΟ της νέας κυβέρνησης Τραμπ είναι ότι όποιος ισχυρίζεται ότι γνωρίζει οριστικά ποια θα είναι αυτή η πολιτική (πέρα από τις αναπόφευκτες εκκλήσεις για τους Ευρωπαίους να επωμιστούν περισσότερες από τις ευθύνες της Συμμαχίας), θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σημαντικό σκεπτικισμό. Η διπλωματική προσέγγιση του Τραμπ είναι να κρατά πάντα εκτός ισορροπίας τους άλλους, φίλους και εχθρούς.
θεωρούμε ότι τόσο η Ευρώπη όσο και το ΝΑΤΟ θα πρέπει στην δεύτερη εποχή Τράμπ να είναι πιο έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τα άκρα και το απρόβλεπτο. Επιπλέον να βρεθεί η απάντηση και στις δύο επικρατούσες απόψεις στελεχών του Τράμπ περί ΝΑΤΟ, αφενός του «πρώτα η Αμερική» και αφετέρου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επικεντρωθούν αποκλειστικά στον Ινδο-Ειρηνικό και η Ευρώπη να φροντίσει τον εαυτό της. Σε όλη αυτή την Ευρωπαϊκή αναδιοργάνωση η Ελλάδα θα πρέπει και αυτή με την σειρά της να εξετάσει την στάση της σύμφωνα με τα συμφέροντα της. Το «Ανήκουμε εις την Δύση» είναι εφικτό ; ή το «Ανήκουμε στην Ευρώπη» είναι περισσότερο ρεαλιστικό … ίδωμεν
Χρήστος Καλογερόπουλος – Βαλκάνιος
Στρατηγικός Αναλυτής
Εξειδικευμένος σε Θέματα Διεθνούς Ασφάλειας
στη ΝΑ Μεσόγειο